Παρουσίαση βιβλίου του Αρχιμ. Συμεών Αυγουστάκη για τον Αρχιμ. Παρθένιο Κελαϊδή
Παρουσίαση της εκδοθείσας διδακτορικής διατριβής του Αρχιμ. Συμεών Αυγουστάκη με τίτλο: «Αρχιμανδρίτης Παρθένιος Κελαϊδής (1830 – 1905)» πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη 2 Νοεμβρίου στο Πολεμικό Μουσείο Αθηνών.
Την εκδήλωση διοργάνωσαν η Ιερά Μητρόπολις Κισσάμου και Σελίνου, το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και Μελετών «Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος» και ο Εκπολιτιστικός Σύλλογος Μελών Οικογένειας Κελαϊδή, με ομιλητές τον Σεβ. Μητροπολίτη Αρκαλοχωρίου, Κατελλίου και Βιάννου κ. Ανδρέα, Καθηγητή της Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης, τον Ιωάννη Παναγιωτόπουλο, Καθηγητή της Θεολογικής Σχολής Αθηνών και τον Νίκο Παπαδάκη, Γενικό Διευθυντή Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών και Μελετών «Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος».
Στην εκδήλωση παρέστησαν: ο εκπρόσωπος του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου π. Ελευθέριος Χρυσοχόος, ο εκπρόσωπος του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου Β΄ Αρχιμ. Θεολόγος Αλεξανδράκης, ο εκπρόσωπος της Ελληνικής Κυβερνήσεως ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Παιδείας Οδυσσέας Ζώρας, οι Σεβ. Μητροπολίτες Αρκαλοχωρίου Καστελίου και Βιάννου κ. Ανδρέας, Κισάμου και Σελίνου κ. Αμφιλόχιος, Κρήνης κ. Κύριλλος και Πατριαρχικός Έξαρχος Μελίτης και Ιλίου, Αχαρνών και Πετρουπόλεως κ. Αθηναγόρας, πανεπιστημιακοί, πολιτικοί και πλήθος κόσμου.
Ο φωτισμένος κληρικός με την έντονη εθνική δράση Αρχιμανδρίτης Παρθένιος Κελαϊδής υπήρξε παρών σε όλες τις Κρητικές Επαναστάσεις από την Επανάσταση του Μαυρογένη του 1858 μέχρι και την Επανάσταση του 1897 και τη δημιουργία της Κρητικής Πολιτείας. Στη μεγάλη και αιματοβαμμένη Κρητική Επανάσταση του 1866 ύψωσε το λάβαρό της και θεωρήθηκε αναμφισβήτητα ο πρωτουργός της. Η διαμονή του στην Τεργέστη και στο Λιβόρνο της Ιταλίας και η συναναστροφή του με σπουδαίους έλληνες και ιταλούς πολιτικούς, διπλωμάτες, νομομαθείς, δημοσιογράφους, όπως ο Γρηγόριος Υψηλάντης, ο Ιωάννης Σκαλτσούνης, ο Ροβέρτος Γκάλλι, ο Αλέξανδρος και ο Αναστάσιος Βυζάντιος κ.ά. είχε ως αποτέλεσμα να μετατραπεί γρήγορα σε άριστο διπλωμάτη, αγωνιζόμενο για τα δίκαια αιτήματα του κρητικού λαού και την απελευθέρωσή του από τον οθωμανικό ζυγό. Άλλοτε πίστευε ότι η λύση του Κρητικού Ζητήματος θα ήταν ο αγώνας για την ένωση της Κρήτης με την ελεύθερη Ελλάδα και άλλοτε ο αγώνας για μία μορφή αυτονομίας, ως μεταβατική περίοδος μέχρι την ένωσή της με την Ελλάδα. Εξελέγη Επίσκοπος Κισάμου και Σέλινου, αλλά δεν δέχτηκε την εκλογή του, για να μπορεί να βρίσκεται στην Ιταλία και από εκεί να μάχεται για την ελευθερία της Κρήτης. Πέραν της έντονης εθνικής του δράσης, είχε και πλούσια εκκλησιαστική δράση: υπήρξε αφοσιωμένο τέκνο της Μητρός Εκκλησίας, του Οικουμενικού Πατριαρχείου, στο Μητροπολιτικό Ζήτημα, έδωσε το παρών του, μαχόμενος ώστε η Εκκλησία της Κρήτης να παραμείνει αναπόσπαστο κομμάτι του Οικουμενικού Πατριαρχείου, στο Μοναστικό Ζήτημα βρέθηκε δίπλα στον μοναχισμό της Κρήτης και συνέδραμε ώστε να μην κλείσουν τα μοναστήρια της νήσου, ύστερα από την εντολή που είχε δώσει ο Ύπατος Αρμοστής της Κρητικής Πολιτείας Πρίγκιπας Γεώργιος. Τέλος, η σύγκρουση του με τον Πρίγκιπα Γεώργιο ήταν αρκετή για να διωχτεί και να βρει καταφύγιο στην Αθήνα, όπου και παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του, βρισκόμενος πάντοτε στο πλευρό του Ελευθερίου Βενιζέλου. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου).