Ανακοίνωση αποτελεσμάτων β' σεμιναρίου εθελοντικής διακονίας
Με επιτυχία πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2016, στις 5.30 μ.μ. το δεύτερο εκπαιδευτικό μάθημα του δεύτερου κύκλου του Εκπαιδευτικού προγράμματος της Ιεράς Μητρόπολης Ιλίου, Αχαρνών και Πετρουπόλεως με τίτλο «Εθελοντική Διακονία Ογκολογικών Ασθενών» με ειδική θεματική ενότητα «Ψυχοκοινωνικές Προσεγγίσεις στην φροντίδα του Ογκολογικού ασθενούς».
Πρώτη ομιλήτρια ήταν η ΑΣΜΧΟΣ, Νοσηλεύτρια κυρία Ευγενία Αλεξανδρή, Προϊσταμένη της Ψυχιατρικής κλινικής του 251 Γενικού Νοσοκομείου Αεροπορίας (ΓΝΑ)- με ειδίκευση στην Ψυχιατρική Νοσηλευτική, και μεταπτυχιακές σπουδές στα Επαγγέλματα Ψυχικής Υγείας. Η κυρία Αλεξανδρή ανέπτυξε το θέμα «Η Νοσηλευτική προσέγγιση στις διάφορες φάσεις του καρκίνου». Η κυρία Αλεξανδρή τόνισε ότι η νοσηλευτική φροντίδα που παρέχεται θα πρέπει να ανταποκρίνεται στις βασικές ανάγκες της για ασφάλεια, αυτονοµία και αυτοέλεγχο, ώστε να διατηρήσει ο ογκολογικός ασθενής µια θετική εικόνα για τον εαυτό του και την αξιοπρέπεια του. Η καλλιέργεια της αυτονοµίας και του αυτοελέγχου επιτυγχάνεται µε την ενηµέρωση για την εξέλιξη της υγείας του,µε την προετοιµασία για τις πιθανές σωµατικές αλλαγές, µε την προώθηση της αυτοφροντίδας και την δυνατότητα να αποφασίζει για θέµατα που αφορούν την υγεία του και για την φροντίδα που δέχεται από το οικείο περιβάλλον. Η κυρία Αλεξανδρή ανέφερε στην συνέχεια ότι ο νοσηλευτής θα πρέπει να δηµιουργήσει ένα θετικό κλίµα επικοινωνίας µε τον ογκολογικό ασθενή και να τον κάνει να κατανοήσει ότι είναι πρόθυµος να τον ακούσει και ότι ενδιαφέρεται για αυτόν. Από την ανασκόπηση της βιβλιογραφίας προκύπτει ότι ο ρόλος του νοσηλευτή είναι πολυδιάστατος και εστιάζεται στην εκτίµηση της κατάστασης του ασθενούς, στην εκπαίδευση του ασθενούς και της οικογένειας, στην υποστήριξη και συµβουλευτική, στη φροντίδα του ασθενούς αλλά και στην έρευνα. Τα ψυχολογικά προβλήματα, που συνήθως είναι αυξημένα κατά τη διάγνωση, ακολουθούνται από τις ανάγκες πληροφόρησης για τη φροντίδα τους, τις διάφορες θεραπευτικές επιλογές και παρεμβάσεις και τις συχνές εισαγωγές που θα απαιτηθούν, τους τρόπους αντιμετώπισης των σωματικών τους προβλημάτων, τα θέματα διαχείρισης της καθημερινής πρακτικής, καθώς και ερωτήσεις που αφορούν στην επάρκεια των φροντιστών.
Η κυρία Αλεξανδρή καταλήγοντας ανέφερε ότι εκτός από τις όποιες δυσκολίες, η συστηματική εκτίμηση των αναγκών υγείας των ογκολογικών ασθενών, αλλά και των φροντιστών τους, πρέπει να αποτελεί το πρώτο και πλέον ουσιαστικό βήμα για την υποστηρικτική φροντίδα και την ενεργοποίηση όλων των δυνητικών υπηρεσιών υγείας στο νοσοκομείο και στην κοινότητα. Oι ψυχολογικές αντιδράσεις, όπως είναι η δυσφορία, το έντονο άγχος, η κατάθλιψη και ο φόβος για τον επικείμενο θάνατο, παρατηρούνται στους ογκολογικούς ασθενείς ανεξάρτητα από τη φάση της νόσου στην οποία βρίσκονται.
Η αποτίμηση για το πώς επιδρά ο καρκίνος στη ζωή τους, η παρουσία δύο ή περισσοτέρων σοβαρών συμπτωμάτων, η κακή πρόγνωση, η αρνητική σχέση με τη θρησκεία, η έντονη ανησυχία για τις μελλοντικές προσδοκίες και προοπτικές, τα προσωπικά και υπαρξιακά προβλήματα, αλλά και τα κοινωνικά θέματα που προκύπτουν, φαίνεται ότι επιδρούν περισσότερο στην ψυχολογική κατάσταση των ασθενών. Η έγκαιρη παρέμβαση είναι σημαντική για τη μείωση της παρατεταμένης παραμονής στο νοσοκομείο, τη συμμόρφωση με τη θεραπεία και την αρνητική επίπτωση στην ποιότητα ζωής των ασθενών. Η υποστήριξη των ασθενών όσο και των οικογενειών τους έγκειται σε παρεμβάσεις που αφορούν, όχι μόνο την φροντίδα των φυσικών αλλά και των πνευματικών και συναισθηματικών τους αναγκών. Η νοσηλευτική εξάλλου έχει χαρακτηριστεί ότι αποτελεί σύνθεση επιστήμης, τέχνης, καλλιεργημένης προσωπικότητας, αλλά και πνευματικής αντιμετώπισης του ανθρώπου.
Δεύτερη ομιλήτρια ήταν η κυρία Παρασκευή Μειντάνη. Ψυχολόγος 251 ΓΝΑ, η οποία ανέπτυξε το θέμα «Κατανόηση της χρόνιας νόσου. Ψυχοκοινωνικές διαστάσεις». Η κυρία Μειντάνη ανέφερε πως η αύξηση του προσδόκιµου επιβίωσης έφερε στην επιφάνεια και κάποιες άλλες πτυχές που συνδέονται άρρηκτα µε το νόσηµα και που µπορεί να επηρεάζουν το τελικό αποτέλεσµα: τις ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις. ∆εδοµένου ότι ο άνθρωπος είναι µέρος ενός ευρύτερου συστήµατος, η αποτελεσµατική θεραπεία πρέπει να απευθύνεται ταυτόχρονα και στις τρείς διαστάσεις, δηλαδή και στην βιολογική και στην ψυχολογική και στην κοινωνική. Η ανάγκη αυτή είναι φανερό ότι γίνεται πιο επιτακτική σε νοσήµατα που όπως ο καρκίνος, έχουν πολλές φορές άσχηµο αποτέλεσµα ή/και σχετικά µακροχρόνια πορεία. Η κυρία Μειντάνη αναλύοντας το ψυχολογικό κομμάτι της χρόνιας νόσου ανέφερε ότι κάθε άνθρωπος, όταν έρχεται αντιµέτωπος µε ένα δυνητικά θανατηφόρο νόσηµα προσπαθεί να προσαρµοστεί στη νέα κατάσταση µε σκοπό να µπορέσει να χρησιµοποιήσει όλες τις εφεδρείες που έχει ώστε να αντιµετωπίσει καλύτερα τον κίνδυνο για την ζωή του. Όλοι οι άνθρωποι δεν τα καταφέρνουν το ίδιο καλά και αυτό φαίνεται να έχει σχέση µε τα εγγενή χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς τους . Άλλοι κατορθώνουν γρήγορα να προσαρµοστούν µε τα καινούρια δεδοµένα της ζωής τους, άλλοι αργούν περισσότερο και άλλοι δεν το κατορθώνουν ποτέ. Εκτεταµένες έρευνες πάνω στους τρόπους αντιµετώπισης των σοβαρών νοσηµάτων έχουν δείξει ότι οι κύριοι µηχανισµοί που χρησιµοποιούνται για την προσαρµογή είναι οι ακόλουθοι : α) Άρνηση (Denial). Το άτοµο που νοσεί αρνείται ενεργητικά κάθε ένδειξη που συνηγορεί ότι πάσχει από σοβαρό νόσηµα. Στην περίπτωση του καρκίνου π.χ., αρνείται κατηγορηµατικά την διάγνωση β) Μαχητικότητα (Fighting Spirit). Ο ασθενής είναι αποφασισµένος να πολεµήσει και να νικήσει. Κρατάει θετική στάση και ελπίζει και συνήθως ψάχνει µόνη του για να συλλέξει όσες περισσότερες πληροφορίες µπορεί σχετικά µε το νόσηµά του και την αντιµετώπισή του. Συνήθως ρωτούν τον γιατρό τους για να µάθουν λεπτοµέρειες για την κατάστασή τους, ή άλλους φίλους τους που τυχαίνει να πάσχουν από το ίδιο νόσηµα, και µπορεί να αισθάνονται τυχεροί που το "ανακάλυψαν γρήγορα". γ) Στωική αποδοχή (Stoic Acceptance). Οι ασθενείς αυτές δέχονται την διάγνωση. ∆εν αναζητούν πληροφορίες γι'αυτήν εκτός αν προκύψουν καινούρια συµπτώµατα και γενικά συνεχίζουν να ζούν όπως πρώτα χωρίς να ασχολούνται ιδιαίτερα µε το νόσηµά τους. δ) Αποδοχή µε συνοδό άγχος/θλίψη (Anxious/depressed Acceptance). Οι ασθενείς αυτοί αντιδρούν στην διάγνωση µε υπερβολικό άγχος ή/και θλίψη. ε) Απελπισία/Αβοηθητότητα (Hopeless/Helpless). Οι καρκινοπαθείς αυτοί φαίνεται να έχουν κυριευτεί απόλυτα από την διάγνωση. Θεωρούν ότι είναι συνεχώς άρρωστοι είτε έχουν είτε δεν έχουν συµπτώµατα, και µερικές φορές ενεργούν σα να πρόκειται να καταλήξουν άµεσα. Η καθηµερινή τους λειτουργικότητα είναι απόλυτα επηρεασµένη και αποδιοργανωµένη.
Οι ψυχιατρικές επιπλοκές του καρκίνου πρέπει πάντα να θεραπεύονται όταν είναι αρκετά σοβαρές διότι µειώνουν δραµατικά την ποιότητα ζωής των ασθενών και ενδεχοµένως επηρεάζουν την πρόγνωση ιδίως των πρώϊµων σταδίων. - Η θεραπεία της µείζονος κατάθλιψης που επιπλέκει τον καρκίνο δεν διαφέρει ουσιαστικά στις αρχές της από τη θεραπεία άλλων µορφών κατάθλιψης. Ωστόσο πρέπει να λαµβάνονται υπόψη τα εξής: α) Η πιθανότητα φαρµακευτικών αλληλεπιδράσεων είναι αυξηµένη σε ασθενείς µε καρκίνο λόγω της συµπληρωµατικής χηµειοθεραπείας που µπορεί να λαµβάνουν οι ασθενείς αυτοί ή/και της δυσλειτουργίας και άλλων οργάνων όπως του ήπατος. Απαιτείται λοιπόν γνώση της φαρµακοκινητικής και φαρµακοδυναµικής του σκευάσµατος που χρησιµοποιείται και κατάλληλη ρύθµιση της ηµερήσιας δόσης. β) Η επιλογή για το αν η φαρµακοθεραπεία θα συνδυαστεί ή όχι και µε ψυχοθεραπεία (κυρίως γνωσιακού-συµπεριφορικού τύπου ή διαπροσωπικού τύπου) οπωσδήποτε εξαρτάται από την κάθε περίπτωση. Ωστόσο µερικοί υποστηρίζουν ότι η παραποµπή ενός ασθενούς για ψυχοθεραπεία µπορεί να προσθέσει στο ήδη δυσβάστακτο φορτίο του.
Η θετική ή αρνητική έκβασή της εξαρτάται από την προσωπικότητα του ασθενούς και την υποστήριξη που δέχεται από το ιατρικό, νοσηλευτικό, οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον. Πάνω σε αυτό το υπόστρωμα δρα η νόσος ως ψυχοπιεστική κατάσταση και από την αλληλεπίδραση αυτών των τριών παραγόντων διαμορφώνεται η προσαρμογή του ασθενή στη νόσο του. Ένα ισχυρό Εγώ κινητοποιεί συνήθως ευπροσαρμοστικές στρατηγικές αντιμετώπισης της νόσου, ενώ αντίθετα ένα αδύναμο Εγώ, μέσα από ανώριμους μηχανισμούς άμυνας οδηγεί σε ανεπιτυχή προσαρμογή, ανάπτυξη ψυχιατρικών διαταραχών, μη συμμόρφωση ή άρνηση για θεραπεία, διατάραξη διαπροσωπικών-ενδοοικογενειακών σχέσεων και τελικά σε κακή έκβαση της ίδιας της νόσου. Ασθενείς που δεν καταφέρνουν να διαχειριστούν το θυμό και την τάση τους για εξάρτηση, αναπτύσσουν κατάθλιψη, που με τη σειρά της συνδέεται με υψηλότερη θνητότητα, και πιο συχνές νοσηλείες. Η κατάθλιψη φαίνεται να αποτελεί σοβαρό αιτιολογικό παράγοντα μη συνεργασίας και διατάραξης της ποιότητας ζωής .Μελέτες έδειξαν ότι η αντίληψη του ασθενούς για τη νόσο του συνδέεται με την ανάπτυξη κατάθλιψης περισσότερο από ότι η ίδια η σοβαρότητα της νόσου.
Εν συνεχεία ακολούθησαν συζήτηση και απαντήσεις γύρω από το θέμα των εισηγήσεων των ομιλητών.
Το τρίτο εκπαιδευτικό μάθημα του δεύτερου Εκπαιδευτικού κύκλου (2016-2017) θα πραγματοποιηθεί την ΚΥΡΙΑΚΗ 11 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2016 στις 5.30 μ.μ. στο πνευματικό κέντρο του Ιερού Ναού Αγίας Αικατερίνης Ιλίου.
Οι Υπεύθυνοι του Εκπαιδευτικού προγράμματος